- συσχηματισμός
- συσχημᾰτ-ισμός, ὁ, = foreg., S.E.M.5.30, Ptol.Phas.p.5 H., Procl.Par.Ptol.142;A configuration, Paul.Al. E.4.2 Gramm., correspondence of formation, Ammon. in Int. 65.8 (pl.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
συσχηματισμός — configuration masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμός — ὁ, Α [συσχηματίζω] 1. αστρον. η σχετική θέση τών πλανητών 2. γραμμ. αντίστοιχος σχηματισμός … Dictionary of Greek
συσχηματισμοῖς — συσχηματισμός configuration masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμοί — συσχηματισμός configuration masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμοῦ — συσχηματισμός configuration masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμούς — συσχηματισμός configuration masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμῶν — συσχηματισμός configuration masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμῷ — συσχηματισμός configuration masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχηματισμόν — συσχηματισμός configuration masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συσχημάτισις — ίσεως, ἡ, Α [συσχηματίζω] συσχηματισμός* … Dictionary of Greek